Σημαντικά βήματα προόδου έχουν γίνει τις τελευταίες δεκαετίες στη μάχη κατά του καρκίνου του προστάτη, με αποτέλεσμα να θεωρείται πλέον από τους ειδικούς μία από τις μορφές καρκίνου που τις νικούν κατά κράτος.

Βελτίωση των εγχειρήσεων, πιο στοχευμένες ακτινοθεραπείες, νέα φάρμακα και καλύτερη διάγνωση είναι το τετράπτυχο που έχει κάνει τη θνησιμότητα από τον δεύτερο συχνότερο καρκίνο στους άντρες να μειώνεται αργά αλλά σταθερά _ και τις προβλέψεις για τη μελλοντική εξέλιξη των ασθενών να υπολογίζονται πλέον σε βάθος 10ετίας και όχι 5ετίας, όπως γίνεται με τις άλλες μορφές καρκίνου.

Τα ακόμα καλύτερα νέα είναι πως διαρκώς επινοούνται νέα όπλα εναντίον του, τα οποία αυξάνουν την επιβίωση ακόμα και ασθενών με προχωρημένη νόσο.

«Ο καρκίνος του προστάτη είναι σίγουρα ένας από αυτούς που τους νικάμε κατά κράτος», λέει ο κ. Μελέτιος-Αθανάσιος Δημόπουλος, καθηγητής Θεραπευτικής και αναπληρωτής πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, διευθυντής της Θεραπευτικής Κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου «Αλεξάνδρα».

«Το ποσοστό επιβίωσης των ασθενών αυξάνεται διαρκώς, γεγονός που οφείλεται σε ένα ποσοστό στην πρωιμότερη διάγνωση και κατά ένα άλλο στη βελτίωση της αντιμετώπισης με ριζική προστατεκτομή, στις ακτινοβολίες που σήμερα γίνονται με ειδικούς σχεδιασμούς ώστε να επικεντρώνονται στον όγκο αφήνοντας ανέπαφους τους υγιείς ιστούς, και βεβαίως στις νέες φαρμακευτικές θεραπείες».

Ολα αυτά μαζί σημαίνουν ότι κατά μέσον όρο «στα 10 χρόνια από τη διάγνωση, η πιθανότητα επιβίωσης είναι πάνω από 80%», προσθέτει. «Και λέμε στα 10 χρόνια, διότι δεν μιλάμε καν για 5ετία πλέον στον καρκίνο του προστάτη».

Εγχειρήσεις

Οι θεραπείες που χορηγούνται στον καρκίνο του προστάτη εξαρτώνται από το στάδιό του. Στα αρχικά στάδια, κατά κανόνα γίνεται χειρουργική αφαίρεση του προστατικού αδένα με ριζική προστατεκτομή, η οποία αναλόγως με την περίπτωση μπορεί να γίνει με ανοιχτή εγχείρηση, λαπαροσκοπικά ή ρομποτικά.

«Η κλασική ριζική προστατεκτομή γίνεται πλέον με ειδικές τεχνικές, που διαφυλάσσουν τα νεύρα (nerve sparing techniques) και έτσι τη στύση και τη λειτουργία του ουροποιητικού», λέει ο κ. Δημόπουλος. «Η στυτική δυσλειτουργία και η ακράτεια ούρων ήταν κάποτε πολύ συνηθισμένες παρενέργειες της εγχείρησης, συχνά ήταν και μη αναστρέψιμες, αλλά τώρα πια έχουν περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό».

Σημαντική εξέλιξη θεωρείται και η ολοένα συχνότερη διενέργεια της ριζικής προστατεκτομής λαπαροσκοπικά ή ρομποτικά. «Τα νεώτερα δεδομένα δείχνουν πως σε πολλούς ασθενείς η ρομποτική και η λαπαροσκοπική αφαίρεση έχουν εξίσου καλά αποτελέσματα», λέει ο κ. Δημόπουλος. «Ωστόσο, εξακολουθούμε να μένουμε λίγο επιφυλακτικοί, διότι δεν τις έχουμε πάρα πολύ καιρό στη διάθεση των ασθενών μας ούτως ώστε να ξέρουμε την αποτελεσματικότητά τους έπειτα από 15 ή 20 χρόνια, όπως ξέρουμε για την κλασική, ανοιχτή εγχείρηση».

Συνδυασμός ορμονών και ακτινοθεραπείας

Ενθαρρυντικά είναι τα νέα και για τους πάσχοντες από τοπικά προχωρημένο καρκίνο του προστάτη, ο οποίος θεωρείται μεν ανεγχείρητος αλλά δεν έχει προκαλέσει μεταστάσεις εμφανείς με τις υπάρχουσες απεικονιστικές μεθόδους (λ.χ. αξονικές τομογραφίες).

«Οι τοπικά προχωρημένοι καρκίνοι είναι αυτοί που χαρακτηρίζονται από πολύ υψηλό PSA (συνήθως πάνω από 30) ή αυτοί που είναι εμφανές ότι έχουν διηθήσει το “περίβλημα” του προστάτη, δηλαδή την κάψα, αλλά δεν μπορούμε να δούμε τις μεταστάσεις», εξηγεί ο καθηγητής. «Οταν βλέπουμε έναν άρρωστο με PSA 30 ή 40, κανονικά δεν συνιστούμε εγχείρηση διότι θεωρούμε πως υπάρχει εξάπλωση του καρκίνου έξω από τον προστάτη, ακόμα κι αν δεν μπορούμε να την ανιχνεύσουμε με τις εξετάσεις. Αντίστοιχα, όταν βλέπουμε τον καρκίνο να έχει διηθήσει την κάψα του προστάτη, ξέρουμε ότι έχει εξαπλωθεί από τον αδένα».

Οι άρρωστοι με τοπικά προχωρημένους καρκίνους αντιμετωπίζονταν έως τώρα με ορμονικές θεραπείες _ όπως γίνεται και σε όσους έχουν ανιχνευμένες μεταστάσεις. Ωστόσο, στην αγωγή αυτή είναι πιθανό να προστεθεί σύντομα και η τοπική ακτινοθεραπεία, καθώς πρόσφατες μελέτες έδειξαν πως ο συνδυασμός αυτός μπορεί να αυξήσει το ποσοστό επιβίωσης των ασθενών.

Μία από τις νεώτερες μελέτες παρουσιάστηκε τον περασμένο μήνα στο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Κλινικής Ογκολογίας (ASCO) από επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Τορόντο. Στη μελέτη πήραν μέρος περισσότεροι από 1.200 ασθενείς οι οποίοι είχαν τοπικά προχωρημένο ή υψηλού κινδύνου καρκίνο του προστάτη. Οι ερευνητές τούς χώρισαν σε δύο ομάδες: στη μία χορήγησαν μόνο ορμονική θεραπεία και στην άλλη τον συνδυασμό ορμονικής θεραπείας/ακτινοθεραπείας.

Επειτα από 7 χρόνια, όσοι εθελοντές είχαν υποβληθεί στη συνδυασμένη θεραπεία είχαν κατά 43% λιγότερες πιθανότητες να χάσουν τη ζωή τους από τη νόσο τους. Στην πραγματικότητα, στην ομάδα της συνδυασμένης θεραπείας είχε πεθάνει μόνο το 10% των ασθενών, έναντι του 21% των ασθενών που είχαν κάνει μόνο ορμονική θεραπεία.

«Οντως, αυτή και άλλες πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει πως η τοπική ακτινοθεραπεία μαζί με την ορμονική θεραπεία οδηγεί σε αύξηση του ποσοστού επιβίωσης _ και είναι πιθανόν να αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουμε αυτούς τους αρρώστους», σχολιάζει ο κ. Δημόπουλος.

Μεταστατική νόσος

Καλά νέα υπάρχουν και για τους ασθενείς με προχωρημένη νόσο, η οποία έχει εξαπλωθεί εμφανώς έξω από τον προστάτη. Στους ασθενείς αυτούς γίνεται συστηματική θεραπεία, δηλαδή χορηγούνται φάρμακα: πρώτα ορμονική θεραπεία και στη συνέχεια χημειοθεραπεία.

Η χορήγηση της ορμονικής θεραπείας βασίζεται στο γεγονός ότι περίπου δύο στους τρεις καρκινικούς όγκους του προστάτη «τρέφονται» από τις ανδρικές ορμόνες του φύλου _ τα ανδρογόνα, το πιο ισχυρό από τα οποία είναι η τεστοστερόνη. Τα ανδρογόνα παράγονται κατά κανόνα από τους όρχεις, αλλά μικρές ποσότητες παράγονται και από τα επινεφρίδια. Στόχος της ορμονικής θεραπείας είναι να διακοπεί η παραγωγή τους, ώστε να μείνουν οι καρκινικοί όγκοι χωρίς «τροφή» και έτσι να αναχαιτιστεί η ανάπτυξή τους ή ακόμα και να «λιμοκτονήσουν».

Παρά τη διακοπή της ορμονικής παραγωγής, όμως, υπάρχουν όγκοι που εξακολουθούν να αναπτύσσονται. Σε τέτοια περίπτωση, χαρακτηρίζονται ως ορμονοάντοχοι και απαιτούν περαιτέρω αγωγή _ και δη χημειοθεραπεία.

«Η καθιερωμένη και πιο αποτελεσματική μέχρι σήμερα χημειοθεραπεία για τον καρκίνο του προστάτη είναι η δοσεταξέλη σε συνδυασμό με χαμηλές δόσεις κορτιζόνης», εξηγεί ο κ. Δημόπουλος. «Προσφάτως όμως εγκρίθηκε μία ακόμα ουσία της ίδιας κατηγορίας (ταξάνες), η καμπαζιταξέλη, που φαίνεται ότι επίσης είναι δραστική εναντίον του καρκίνου του προστάτη».

Η καμπαζιταξέλη εγκρίθηκε από την Υπηρεσία Τροφίμων & Φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ τον περασμένο μήνα, ενώ εκκρεμεί η σχετική απόφαση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων.

Ακόμα πιο ενθαρρυντική εξέλιξη, όμως, θα είναι _ σύμφωνα με τον καθηγητή _ η ολοκλήρωση των μελετών και τελικά η έγκριση ενός άλλου φαρμάκου, της οξικής αμπιρατερόνης. «Η οξική αμπιρατερόνη είναι μία ουσία η οποία οδηγεί σε πλήρη αναστολή της παραγωγής των ανδρογόνων _ διακόπτει ακόμα και τη μικρή παραγωγή τους από τα επινεφρίδια», λέει. «Υπάρχουν μελέτες που έδειξαν ότι σε καρκίνο του προστάτη ανθεκτικό στη χημειοθεραπεία, η ουσία αυτή οδηγεί σε πτώση του PSA και υποστροφή της μεταστατικής νόσου σε ποσοστό 30%-40%. Πρακτικά αυτό σημαίνει πως δρα ακόμα και στα πιο προχωρημένα στάδια του καρκίνου του προστάτη, όταν η νόσος δεν ανταποκρίνεται πλέον ούτε στη χημειοθεραπεία».

Αμφιβολίες για την αξία της μέτρησης του PSA

Παρά τις σημαντικές εξελίξεις στην αντιμετώπιση του καρκίνου του προστάτη, η επιστημονική κοινότητα εξακολουθεί να είναι διχασμένη όσον αφορά την αξία του PSA (ειδικό προστατικό αντιγόνο), τα επίπεδα του οποίου μετρώνται με μια απλή εξέταση αίματος και δείχνουν εάν υπάρχει πρόβλημα στον προστάτη ή όχι.

Οπως εξηγεί ο κ. Ηρακλής Πούλιας, διευθυντής στο Ουρολογικό Τμήμα του Κοργιαλένειου-Μπενάκειου Νοσοκομείου Αθηνών, «το ειδικό προστατικό αντιγόνο υπερεκκρίνεται από τα προστατικά καρκινικά κύτταρα και απελευθερώνεται στο αίμα, με αποτέλεσμα η τιμή του να αυξάνεται πέραν από κάποιες προκαθορισμένες, θεωρούμενες ως φυσιολογικές τιμές. Ωστόσο, το PSA μπορεί να υπερεκκρίνεται και σε ασθενείς που δεν έχουν καρκίνο, αλλά μεγάλη καλοήθη υπερπλασία του προστάτη ή σοβαρή φλεγμονή του αδένα (προστατίτιδα)». Το γεγονός αυτό μπορεί να οδηγήσει πολλούς ασθενείς «σε μια αναίτια διαδικασία συνεχούς ελέγχου, επανειλημμένων βιοψιών, συνεχούς άγχους και αγωνίας για την κατάστασή τους _ κάτι που συμβαίνει αρκετά συχνά», προσθέτει.

Ενα άλλο πρόβλημα είναι πως οι έως τώρα μελέτες περιέχουν αντιφάσεις όσον αφορά το όφελος της εξέτασης στην επιβίωση των ασθενών. «Υπάρχουν μελέτες που δείχνουν ένα όφελος στην επιβίωση και άλλες που δεν δείχνουν», λέει ο καθηγητής Μελέτιος-Αθανάσιος Δημόπουλος. «Είναι σαφές ότι με την βοήθεια του PSA ανιχνεύονται οι καρκίνοι νωρίτερα, αλλά αυτό δεν μεταφράζεται κατ’ ανάγκην σε κέρδος στην επιβίωση. Και αυτό, διότι υπάρχει ένα ποσοστό όγκων που ναι μεν ανιχνεύονται νωρίς αλλά δεν θα δημιουργούσαν ποτέ πρόβλημα στους αρρώστους, καθώς και ένα άλλο που αφορά τόσο επιθετικούς καρκίνους ώστε δεν κάνει ιδιαίτερη διαφορά το πότε θα εντοπιστούν».

Επιπλέον, «κάποιες μελέτες δείχνουν πως ο μαζικός πληθυσμιακός έλεγχος μειώνει τη γενική θνησιμότητα από καρκίνο του προστάτη, αλλά δεν έχει εκτιμηθεί η ωφελιμότητα σε ατομικό επίπεδο, ούτε συνηγορούν όλες οι μελέτες στη γενική αξία του», προσθέτει ο κ. Πούλιας.

Πρακτικά, όλα αυτά σημαίνουν πως θα χρειαστούν μακροχρόνιες μελέτες παρακολούθησης των ασθενών έως ότου αποφανθεί η επιστήμη για το αν θα πρέπει ή όχι να κάνουν όλοι οι άντρες εξέταση του PSA (όπως λ.χ. πρέπει να κάνουν οι γυναίκες τεστ Παπ ή μαστογραφία), σύμφωνα με τους δύο ειδικούς.

Προς το παρόν, οι αρμόδιοι ιατρικοί οργανισμοί συνιστούν να γίνεται μία προληπτική μέτρηση του PSA στην ηλικία των 50 ετών (εκτός κι αν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό της νόσου, οπότε πρέπει να γίνει νωρίτερα), και από κει και πέρα η συχνότητα της εξέτασης να καθορίζεται κατά περίπτωση.